Το μουλάρι συνδέεται στενά με την ιστορία του
ανθρώπου εδώ και τουλάχιστον 3.000 χρόνια.
Η «Ομήρου Ιλιάδα» είναι η
πρώτη γνωστή πηγή, στην οποία αναφέρονται τα συγκεκριμένα ζώα.
Οι Αρχαίοι Έλληνες εκτιμούσαν ιδιαίτερα την ορειβατική
ικανότητα του ημιόνου.
Το ονόμασαν μάλιστα «Ορέα».
Προέρχεται από τη διασταύρωση δύο ειδών:
του «ίππου» (άλογο) και του «όνου» (γαϊδούρι).
Ο Ημίονος (μουλάρι) είναι η διασταύρωση επιβήτορα όνου με
φοράδα, ενώ η
διασταύρωση επιβήτορα ίππου με ονοφοράδα ονομάζεται «γαϊδουρομούλαρο» (Γίννος).
Τα δύο αυτά είδη διαφέρουν στην εμφάνιση, τη δομή τους, όπως επίσης και το χαρακτήρα
τους.
Συνδυάζουν προτερήματα των δύο ειδών, από τα οποία προέρχονται.
Τα προτερήματα αυτά, καθιστούν τα μουλάρια, ζώα με αξιόλογη
εμπορική αξία.
Ο Ημίονος είναι μεγαλόσωμος, έχει το σώμα ενός αλόγου
και τα άκρα ενός γαϊδουριού.
Επίσης, έχει μεγάλα αυτιά, κοντή χαίτη με λίγες τρίχες, ενώ στην ουρά
έχει κοντές τρίχες (όπως το γαϊδούρι) αλλά και μακριές πυκνές τρίχες (όπως η ουρά
του αλόγου).
Τα πόδια του είναι παρόμοια με αυτά του γαϊδουριού, ευθύγραμμα με μικρές,
σκληρές, στητές οπλές.
Το κεφάλι είναι λίγο πιο στενό από αυτό του γαϊδουριού, αλλά
κατά τα άλλα δεν εμφανίζει διαφορές, εκτός από τα μάτια, τα οποία έχουν μια ειδική
έκφραση.
Ο χρωματισμός του είναι μελανός.
Το γαϊδουρομούλαρο, αντίθετα, έχει το σώμα γαϊδουριού και τα
άκρα ενός αλόγου.
Είναι πιο μικρόσωμος από το μουλάρι.
Τα αυτιά του είναι πιο κοντά από αυτά του μουλαριού, η χαίτη και
η ουρά μακρύτερες και πιο πυκνές με άφθονες τρίχες, τα πόδια πιο δυνατά με
πιο στρογγυλές και λιγότερα στητές οπλές, και το κεφάλι πιο κοντό και στενό.
Στο Στεφάνι παράγονταν κυρίως Ημίονοι (μουλάρια) και μάλιστα
μεγαλόσωμοι από μεγαλόσωμες φοράδες, οι οποίες διασταυρώνονταν με επιβήτορες όνους
της Κύπρου.
Τί πλεονεκτήματα έχουν τα μουλάρια σε σχέση με τα άλογα και τα γαϊδούρια;
Τα μουλάρια είναι πιο δυνατά από τα άλογα και πιο ανθεκτικά.
Έχουν μεγάλη αντοχή σε συνεχή εργασία.
Μπορούν να κουβαλήσουν φορτία μέχρι και 150 κιλά για 30 έως 40 χιλιόμετρα .
Σπάνια ένα μουλάρι προσβάλλεται από ασθένειες, από τις οποίες προσβάλλεται
εύκολα το άλογο, όπως οι κωλικοί, οι παθήσεις των άκρων, μολύνσεις κ.λπ.
Αντέχει, επίσης, περισσότερο σε ακραίες καιρικές συνθήκες όπως το
τσουχτερό κρύο το χειμώνα και η αφόρητη ζέστη το καλοκαίρι.
Τα μουλάρια είναι λιτοδίαιτα ζώα, με τρομερή ενέργεια και γρήγορο χρόνο
ανάρρωσης.
Διακρίνονται, επίσης, για την ικανότητα τους να κινούνται με
ασφάλεια σε δύσβατες περιοχές.
Εκεί όπου το άλογο κυριολεκτικά τα χάνει, το μουλάρι παραμένει ατρόμητο, λόγω του ψύχραιμου χαρακτήρα του.
Το μουλάρι έχει την ικανότητα του προσανατολισμού και της
μνήμης, ώστε πάντα να βρίσκει το σωστό δρόμο με αξιοθαύμαστη ακρίβεια.
Έχει τη φήμη του κακού και δύστροπου χαρακτήρα αλλά, όπως και στην περίπτωση του γαϊδουριού, η περιβόητη «ξεροκεφαλιά» του μουλαριού αποτελεί στην πραγματικότητα ταλέντο για αυτοπροστασία.
Υπάρχουν στιγμές που ο άνθρωπος θεωρεί αυτό το «ταλέντο» ενοχλητικό, π.χ. όταν το μουλάρι δεν υπακούσει, αλλά
υπάρχουν πολλές άλλες στιγμές που αποδεικνύεται μεγάλο πλεονέκτημα:
αν το
μουλάρι μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του, τότε μπορεί να φροντίσει επίσης το
φορτίο του, ανθρώπινο ή μη.
Τα μουλάρια είναι πανέξυπνα ζώα.
Τους χαρακτηρίζει μια απρόσμενη ευαισθησία και είναι από τη φύση τους καχύποπτα.
Μέχρι να εμπιστευθούν έναν άνθρωπο, ζουν με το φόβο ότι ο
άνθρωπος μπορεί να τους κάνει κακό, και λαμβάνουν «αμυντικά μέτρα», ανάλογα την περίπτωση.
Με την κατάλληλη εκπαίδευση, με ήπιο τρόπο, υπομονή και
μεθοδικότητα, ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να βελτιώσει το χαρακτήρα του μουλαριού.
Δυστυχώς (για τα
μουλάρια αλλά και για τους ανθρώπους), πολλοί άνθρωποι που δούλεψαν στους αιώνες
με μουλάρια δεν κατανόησαν αυτήν την ευαισθησία.
Πηγή: «Ήξερες
ότι…» (facebook group)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου