28/3/13

Ζέα




Γνωρίζετε τί είναι η Ζέα;

Πρόκειται για το αρχαιότερο ίσως δημητριακό και βασικό συστατικό της διατροφής των αρχαίων.

Αναφέρεται και ως Ζειά.

Η θρεπτική του αξία είναι αδιαμφισβήτητη.

Δεν είναι τυχαίο που η ετυμολογία της λέξης «ζείδωρος» (αυτός που δωρίζει ζωή) προέρχεται από αυτό το δημητριακό.

Ζει (ζειαί, πληθυντικός του ζειά) + δώρος (δώρον) [Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας / Γεώργιος Δ. Μπαμπινιώτης, Αθήνα, Κέντρο Λεξικολογίας, 1998].

(Ζειά + δωρέομαι) δωρούμενος (δίδων, παράγων) ζειάς [Λεξικόν Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης / Ιωάννου Δρ. Σταματάκου, Αθήνα, Βιβλιοπρομηθευτική, 1994].

Η ζέα είναι σημαντική όχι μόνο για τις ίνες και τα μέταλλα που περιέχει αλλά κυρίως για το μαγνήσιο που ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού.

Αποκαλείται μαγνήτης της Ζωής.

Το ποσοστό του αμινοξέος λυσίνη (Lycin), που περιέχει, είναι το συστατικό των πρωτεϊνών που αυξάνει την πεπτικότητα τους, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και είναι το βασικό στοιχείο στη βιοχημική λειτουργία του εγκεφάλου.

Βοηθάει στην απορρόφηση θρεπτικών συστατικών (Ca, Mg κ.α.).

Καταστέλλει τις φλεγμονές, που χρονίζουν στον οργανισμό και καταστρέφουν τα υγιή κύτταρα.

Καταστέλλει τα ένζυμα του καρκινικού κυττάρου (εμποδίζει την ανάπτυξη και μετάσταση του καρκίνου).

Ο Γαληνός (γιατρός κατά τον 2ο αι. π.Χ.) αναφέρει την όλυρα (άλλη ονομασία της ζέας, επίσης: βρίζα) ως το τρίτο σε θρεπτική αξία δημητριακό μετά το κριθάρι και το σιτάρι, ενώ όπως μας πληροφορεί ο Διοσκουρίδης (1ος αι. μ.Χ.) στην εποχή του ήταν διαδεδομένη μια πανάρχαια συνήθεια των Ελλήνων και των Ρωμαίων:

η μίξη χονδροαλεσμένων κόκκων ζέας και σιταριού, που λεγόταν «κρίμνον», και το οποίο ήταν ένα παχύρρευστο θρεπτικό ρόφημα που ονομαζόταν «πολτός» (χυλός).

Η Ζέα εξαφανίστηκε «μυστηριωδώς» από τη διατροφή μας.

Το 1928 η καλλιέργειά της άρχισε να απαγορεύεται σταδιακά και μέχρι το 1932 καταργήθηκε τελείως στην Ελλάδα.

Το σιτάρι είναι πιο ανταποδοτική καλλιέργεια, αλλά λιγότερο ωφέλιμο για τον οργανισμό.

Ήταν η εισαγωγή των αλεύρων σίτου;

Ήταν το οικονομικό συμφέρον ή κάτι πιο πολύπλοκο;

Στα λεξικά (ελληνικά) ακόμα και σήμερα υπάρχει ως ζωοτροφή.

Η ζέα (Triticum dicoccum) είναι ένα από τα αρχαιότερα δημητριακά που είναι γνωστά στον άνθρωπο.

Δείγματά του βρέθηκαν σε ανασκαφές προϊστορικών οικισμών σε όλο τον Ελληνικό χώρο, με παλαιότερο αυτό της Μικράς Ασίας, που χρονολογείται 12000 έτη π.Χ.

Ήταν ένα από τα πρώτα δημητριακά που «εξημέρωσε» ο άνθρωπος και βασικό καλλιεργήσιμο είδος της πρώιμης γεωργίας της Εύφορης Ημισελήνου (Fertile Crescent), δηλαδή της Παλαιστίνης, της Συρίας, του Ευφράτη και του Τίγρη ως τον Περσικό κόλπο.

Δείγματα της εκμετάλλευσής του, που χρονολογούνται 10.000 χρόνια πριν, έχουν βρεθεί και στη Βόρεια Αφρική.

Ο Όμηρος αναφέρεται στην καλλιέργεια της ζέας στη Λακωνική πεδιάδα «πυροί τε ζειαί τ’ ήδ’ εύρυφανές κρί λευκόν».

Δέσποζε μέχρι τις αρχές των ιστορικών χρόνων μεταξύ των δημητριακών.

Με το πέρασμα του χρόνου, επιλέχθηκαν πιο αποδοτικές και πιο εύκολες καλλιέργειες δημητριακών, όπως το σιτάρι και το ρύζι.

Έτσι η καλλιέργεια της ζέας είχε σχεδόν εξαφανισθεί.

Για χιλιάδες χρόνια παρέμενε το κυριότερο δημητριακό της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.

Αργότερα, οι αγρότες προτίμησαν νέο είδος δημητριακού, λόγω του ότι ο σπόρος αποχωριζόταν από το φλοιό με μεγαλύτερη ευκολία.

Αναφορά στην Παλαιά Διαθήκη: «31 Εκτυπήθησαν δέ το λινάριον και η κρίθη διότι η κρίθη ήτο σταχυωμένη, και το λινάριον καλαμωμένον 32 ο σίτος όμως και η ζέα δεν εκτυπήθησαν, διότι ήσαν όψιμα». [Έξοδος 9: 31, 32].

Χρησίμευε και ως τροφή των αλόγων, όταν ακόμα δεν είχε ωριμάσει.

Για τους Ρωμαίους ήταν τροφή εκστρατείας.

Κατά την Ομηρική εποχή, πιθανολογείται ότι η ζέα χρησιμοποιείτο ως ζωοτροφή.

Ο Ηρόδοτος (5ος αι. π.Χ.) αναφέρει ότι οι Αιγύπτιοι παρασκεύαζαν ψωμί αποκλειστικά απά ζέα και περιφρονούσαν το σιτάρι και το κριθάρι.

Ο Θεόφραστος (4ος αι. π.Χ.) διακρίνει σαφώς τη ζέα από την όλυρα, χαρακτηρίζοντας την πρώτη ως το πλέον αποδοτικότερο μεταξύ πολλών άλλων δημητριακών.

Σύμφωνα, με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο και τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, η ζειά είχε καλλιεργηθεί αποκλειστικά ως το μοναδικό δημητριακό από τους πρώτους Ρωμαίους στην αρχή της ιστορίας τους και αυτό αποδεικνύεται και από τη χρησιμοποίησή τους σε όλες τις θρησκευτικές τελετές τους.

«Ομάδα επιστημόνων έφθασε εις την Θεσσαλονίκην, όπου εύρισκες τότε ανθρώπους από όλες τις φυλές.

Ηρεύνησε προσεκτικά και εδημοσίευσε το 1922 το πρώτο σύγγραμμα διά τις ομάδες αίματος και τις ιδιαιτερότητες εκάστης.

Οι Έλληνες είναι κατά πλειοψηφία «0» ομάδος και οι υπόλοιποι «Α» ομάδος, οι Χάζαροι είναι «Β» ομάδος κ.λπ.

Αρχάς του 1923, στέλνουν εις την Θεσσαλονίκη ένα ζευγάρι ιατρών διά να εξετάσει τη διατροφήν των Ελλήνων, επηρεασμένη από τον Ιπποκράτη, ο οποίος έλεγε εις τους ασθενείς «φάρμακό σου είναι η τροφή σου».

Άρα αυτοί εσκέφθησαν, έχει καθιερώσει εις τον Έλληνα υγιεινή διατροφή, ποιά είναι όμως η βασική τροφή;

Οι ερευνηταί κατέληξαν, σύντομα, ότι βασική τροφή των Ελλήνων είναι το ψωμί.

Το ψωμί όμως των Ελλήνων ήταν από Ζειά και όχι από σιτάρι.

Εις τα χημικά εργαστήρια συνέκριναν γρήγορα αλεύρι από Ζειά και Σιτάρι και μέχρι το 1926 διαπιστώνουν ότι:

Εις τον εγκέφαλο του ανθρώπου υπάρχει ένας αδένας μεγέθους διδράχμου τον οποίον ονόμασαν «Αμυγδαλή» ή «Αμύγδαλα».

Αυτός ο αδήν δημιουργεί την μνήμην και την φαντασίαν εις τους ανθρώπους με 300 διαφορετικές πρωτεΐνες (Αμινοξέα).

Αυτές οι πρωτεΐνες διά να συνδεθούν μεταξύ των και να δημιουργήσουν τα συμπλέγματα της μνήμης και να διατηρηθούν αυτά εις τον χρόνον, χρειάζονται μίαν δύναμιν, μίαν κόλλα, διά να κολλήσουν.

Αυτήν την κόλλα την προσφέρουν οι τροφές μας και την ονομάζουμε πρωτεΐνη στηρίξεως, πού σημαίνει συγκόλλησις και σταθεροποίησις της μνήμης.

Το ψωμί πού τρώμε από το Σιτάρι έχει τελείως διαφορετικές πρωτεΐνες στηρίξεως από το ψωμί από τη Ζειά.

Εδώ ακριβώς έγκειται και η διαφορά τους.

Εις το Σιτάρι υπάρχει άφθονη η γλουτένη.

Η γλουτένη είναι μια ισχυρή κόλλα και χρησιμοποιείται ως φυσική κόλλα υπό των ανθρώπων στην καθημερινή ζωή των.

Η γλουτένη, όμως, ως πρωτεΐνη στηρίξεως των πρωτεϊνών του εγκεφάλου διά την δημιουργίαν της μνήμης είναι καλή μεν, διότι δημιουργεί ισχυράν μνήμην, αλλά περιορισμένη, διότι συγκολλά περισσότερες πρωτεΐνες των απαιτουμένων και περιορίζει το απόθεμα αυτών».

Αυτό ήταν ένα μικρό απόσπασμα του βιβλίου, «ο ιστορικός εμπαιγμός», του Γ. Γ. Αϋφαντη.

Σας παρουσιάζουμε άλλο ένα σημείο:

«Αντίθετα η πρωτεΐνη στηρίξεως της Ζειάς (πληθυντικός Ζειαΐ) διασπάται από τα ένζυμα και αφομοιώνεται σαν καλή τροφή από τον οργανισμό.

Αυτό το χαρακτηριστικό της την κάνει πολύτιμη εις τον ανθρώπινο οργανισμό.

Διότι ενώ χρησιμεύει ως πρωτεΐνη «στηρίξεως» εις τις πρωτεΐνες μνήμης του εγκεφάλου, δεν μπλοκάρει αυτόν, δεν δημιουργεί σταθερές και αναλλοίωτες ενώσεις σαν βαρίδια στον έγκέφαλον, ως η γλουτένη του σιταριού, και αφήνει τον εγκέφαλο να λειτουργή ελεύθερα να συλλαμβάνη, να σκέπτεται νέες ιδέες, δοξασίες, να δημιουργεί όνειρα, φαντασία, επιστήμη, κ.λπ.

Οι αρχαίοι Έλληνες το εγνώριζαν πολύ καλά αυτό, δι' αυτό εκτρέφοντο μόνο με Ζειά, εγνώριζαν ότι η Ζειά τρέφει το πνεύμα.

Αυτό μας το λέει ο Αισχύλος εις τον ύμνον του προς την Δήμητρα:

«Δήμητερ η θρέψασα την εμήν φρένα είναι με άξιον των σων μυστηρίων».

Επίσης δεν φράσσει τα αγγεία που διέρχεται, φλέβες, αρτηρίες, κ.λπ.

Δεν παρουσιάζει τις πολλές ασθένειες πού παρουσιάζει η γλουτένη.

Επί πλέον η Ζειά περιέχει άφθονες βιταμίνες και πολλά ιχνοστοιχεία πού χρειάζεται ο οργανισμός μας, συν το αμινοξύ «Λυσίνη» το πολυτιμότατο συστατικόν δια τον οργανισμό μας, πού σήμερα οι άνθρωποι το αγοράζουμε πανάκριβα ως συμπλήρωμα της διατροφής μας, ενώ θα το είχαμε από το ψωμί της Ζειάς δωρεάν.

Εκτός των ανωτέρω τα αρτοπαρασκευάσματα από αλεύρι Ζειάς είναι εύγευστα και ασυγκρίτως νοστιμότερα από τα αντίστοιχα με αλεύρι σιταριού.

Εάν φάτε ψωμί ή μακαρόνια από Ζειά θα ερωτήσετε, τον κρέμασαν οι Έλληνες αυτόν που τους εστέρησε αυτήν την ασύγκριτη απόλαυσιν;

Ο Μέγας Αλέξανδρος έτρεφε την στρατιάν του μόνο με Ζειά, δια να είναι οι άνδρες του υγιείς και πνευματικά ανεπτυγμένοι.

Αν οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν ψωμί από σιτάρι δεν θα είχαν τόσο υψηλήν πνευματικήν ανάπτυξιν».

Στην παράγραφο «στην συμπαντική και ελληνικότατη προέλευση του αλφαβήτου» (ύμνοι Ορφέως, Ομηρικά έπη, Μύθοι), διαβάζουμε:

«Η πόλη των Αθηνών ονομαζόταν και Ζείδωρος, διότι επί του εδάφους της εκαλλιεργείτο εκτός από την ελαία και το δημητριακό ζειά.

Το ζειά με το ζήτα δηλώνει ζωή, με το έψιλον γιώτα την μακρά πορεία και με το άλφα που είναι το πρώτο στοιχείο το άριστον, την παρουσία του Αιθέρα (το στοιχείο πού βρίσκεται παντού και δομεί τα πάντα είναι ο Αιθέρας), άρα ζειά σημαίνει μακροζωία».

Την Ζειά φορτοεκφόρτωναν από ένα λιμάνι του Πειραιώς που εξ αυτής έλαβε το όνομα Ζέα, και μέχρι σήμερα το λιμάνι ονομάζεται Ζέα.

Η Ζέα καλλιεργείται σήμερα εις πολλές χώρες της Ευρώπης και στον Καναδά, σε μεγάλη έκταση.

Οι Ιταλοί την ονομάζουν Faro, οι Γερμανοί Dingel, κ.τ.λ.»

Στην Ελλάδα, τα ζυμαρικά από Ζέα μπορεί να τα αναζητήσει κανείς στα καταστήματα βιολογικών προϊόντων.

Για το τέλος αφήσαμε μία μαρτυρία.

Πολίτης αναφέρει: «Είχα πρόβλημα με το στομάχι κι έκανα κάποιες εξετάσεις οι οποίες απέδειξαν εκ των υστέρων ότι με πειράζει η γλουτένη στο στομάχι.

Δηλαδή, ό,τι έχει σχέση με το σιτάρι. Είχα φουσκώματα και πρηξίματα. Το είπα στο φούρναρη μου και μου λέει:

Άστο σε μένα, αφού έχεις τόσο σοβαρό πρόβλημα. Λοιπόν, μου έκανε ψωμί από ζέα. Αυτό ήταν!».

Πηγές: www.hontos.gr,
http://www.ftiaxno.gr,
http://afipnisoy.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου