13/1/13

Κουκουβάγια



Η κουκουβάγια (= γλαύξ) αποτελεί σύμβολο σοφίας και σύνεσης.

Η παράδοση αυτή προέρχεται από την ελληνική μυθολογία, όταν η Αθηνά, η θεά της φρόνησης, εντυπωσιάστηκε από τα μεγάλα μάτια και τη σοβαρή εμφάνισή της.

Έκτοτε είναι το αγαπημένο πουλί και έμβλημα της θεάς Αθηνάς, που την συντροφεύει σε πολλά αγάλματα. Άλλωστε, στην Παλλάδα οφείλει και το λατινικό της όνομα, «Athene Noctua».

Η κουκουβάγια προστατεύτηκε και κατοίκησε στην Ακρόπολη.

Καθώς, όμως, η θεά Αθηνά, εκτός από θεά της σύνεσης και της σοφίας, είναι και η θεά του πολέμου, η κουκουβάγια έγινε ο προστάτης που συνόδευε τον ελληνικό στρατό στον πόλεμο.

Εάν μια κουκουβάγια πετούσε πάνω από τους Έλληνες στρατιώτες πριν από μια μάχη, αποτελούσε σημάδι νίκης.

Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Αριστοφάνη («Σφήκες»), η επίτευξη μιας νίκης κατά των Περσών οφείλεται στην πτήση μιας κουκουβάγιας, η οποία χρησιμοποιήθηκε από τη θεά Αθηνά ως αγγελιοφόρος, «Γλαύξ γάρ ημών, πριν μάχεσθαι, τον στρατόν διέπτατο».


Οι κάτοικοι της Αθήνας πίστευαν πως η θεά Αθηνά έπαιρνε συχνά τη μορφή μιας κουκουβάγιας, όταν ήθελε να παρουσιαστεί στους ανθρώπους.

Προστάτευε, επίσης, το αθηναϊκό εμπόριο και την τιμούσαν με την παρουσία της φιγούρας της στη μία πλευρά των αθηναϊκών νομισμάτων.

Σήμερα, η κουκουβάγια «Athene Noctua» υπάρχει σχεδόν σε όλες τις ηπείρους, από τη δυτική Ευρώπη και τη βόρεια Αφρική μέχρι την κεντρική Ασία και την Κίνα.

Έχει εισαχθεί στην Αγγλία εδώ και περίπου εκατό χρόνια.

Ζει σχετικά κοντά στον άνθρωπο, που την συμπεριέλαβε σε δημοτικά τραγούδια, μύθους και παροιμίες.

Τα μεγάλα μάτια της και η στάση του σώματός της είναι τα κύρια χαρακτηριστικά που της προσδίδουν σοφία.

Όμως, όταν αντιληφθούμε τον τρόπο ζωής του εν λόγω αρπακτικού, καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι μόνο η εμφάνιση της που την κάνει σοφή.


Η φύση την έχει προικίσει με μοναδικές ικανότητες.

Οι ακραίες φωτιστικά συνθήκες στις οποίες κυνηγά, συντέλεσαν στο να αποκτήσει άριστη όραση και ακοή.

Είναι μικρό αρπαχτικό με μήκος, από το άκρο του ράμφους ως το άκρο της ουράς, 19 - 27.5 εκατοστά (συνήθως 22 εκατοστά) και άνοιγμα φτερών 55 έως 61 εκατοστά.

Η κουκουβάγια ανήκει στην οικογένεια των γλαυκών, όπως και ο μπούφος, η γλαύκα, ο γκιώνης, ο χούχουλας κτλ.

Είναι το δεύτερο μικρότερο μέλος της οικογένειας και το συναντάμε στην Ελλάδα με μέσο βάρος 124 - 250 γραμμάρια.

Αναγνωρίζεται από το μέγεθος του, τη σχεδόν στρογγυλή μορφή του και το μεγάλο κεφάλι.

Το πάνω μέρος του πτηνού είναι σκούρο καστανό που διακόπτεται από λευκές κηλίδες και γραμμές.


Το κάτω μέρος είναι υπόλευκο με μεγάλες καστανές ραβδώσεις.

Το χαμηλό μέτωπο και τα μεγάλα κίτρινα μάτια της προσδίδουν μια άγρια, σκυθρωπή όψη.

Τα μάτια της κουκουβάγιας κοιτάνε προς τα εμπρός όπως και όλων των μελών της οικογένειας των γλαυκών.

Το κίτρινο χρώμα των ματιών υποδηλώνει ότι το πτηνό κυνηγά με το φως του ήλιου, είναι δηλαδή ημινυχτόβιο.

Της αρέσει να κυνηγά το σούρουπο και την αυγή χωρίς, όμως, να αποκλείεται και το νυχτερινό κυνήγι.

Για την τέλεια εκμετάλλευση του υπάρχοντος φωτός, ο οφθαλμός έχει πάρει κωνικό σχήμα, με το πίσω μέρος να καταλήγει σε μυτερό σημείο επιτρέποντας την κουκουβάγια να βλέπει με πολύ λίγο φως.


Όμως, το μεγάλο μέγεθός της είχε ως αποτέλεσμα τα μάτια της κουκουβάγιας να παραμείνουν ακίνητα αναγκάζοντας την να περιστρέφει το κεφάλι της προς το σημείο που θέλει να δει.

Έχει  αναπτύξει επιπλέον σπονδύλους στον αυχένα της, οι οποίοι της επιτρέπουν να περιστρέψει το κεφάλι της 270 μοίρες.

Η τέλεια όραση της στις μεσαίες αποστάσεις και στις ακραίες φωτιστικά συνθήκες έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αστιγματισμού.

Η «Athene Noctua» δεν μπορεί να εστιάσει σε πολύ κοντινές αποστάσεις, για αυτό το σκοπό χρησιμοποιεί τις ειδικές φτερούγες που υπάρχουν γύρω από το ράμφος της, έτσι ώστε να εντοπίζει την τροφή της.

Είναι εφοδιασμένη με ένα μικρό κοφτερό κυρτό ράμφος και πολύ δυνατά και θανατηφόρα νύχια, με τα οποία πιάνει τη λεία της.

Στο κάθε ένα από τα τρία νύχια της υπάρχει ένα μικρό αυλάκι στο μέσα μέρος.


Πιθανό είναι ότι τα αυλάκια υπάρχουν για να εισρέει αέρας από την πληγή στο εσωτερικό της λείας της, ώστε να μπορεί να τη θανατώνει πιο γρήγορα και αποτελεσματικά.

Τέλος, η κουκουβάγια για να θανατώσει τη λεία της τη χτυπά με το δυνατό ράμφος της στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.

Μοναδική είναι και η ακοή της, πράγμα άγνωστο στους περισσότερους.

Στο σκοτάδι η αίσθηση της ακοής χρησιμεύει στο να εξισορροπεί την έλλειψη της απόλυτα νυκτόβιας όρασης της.

Η ικανότητα της να φιλτράρει τους ήχους της φύσης έχει ως αποτέλεσμα να ακούει μόνο όσους αντιστοιχούν σε θηράματα ή κινδύνους.

Έτσι, παραμένει ακίνητη χωρίς κανένα θόρυβο να της αποσπά την προσοχή, εκτός αν ο θόρυβος αυτός αντιστοιχεί σε κάτι που την αφορά.


Όμως, σημαντικότερο ρόλο στη λειτουργία της ακοής παίζει η ασύμμετρη θέση των αυτιών στο κεφάλι.

Πιο συγκεκριμένα, το δεξί αυτί είναι συνήθως τοποθετημένο πιο ψηλά από ότι το αριστερό, με αποτέλεσμα ο ήχος να φτάνει στο δεύτερο αυτί καθυστερημένα κατά δέκατα του δευτερόλεπτου.

Έτσι, η χρονική διαφορά μεταξύ της καταγραφής του ίδιου ήχου της δίνει τη δυνατότητα εύρεσης του αυθεντικού σημείου της ηχητικής πηγής.

Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργεί έναν εικονικό χάρτη δίκην «ραντάρ».

Σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του «ραντάρ» παίζουν τα ευαίσθητα φτερά του προσώπου που είναι έτσι τοποθετημένα, ώστε να καθοδηγούν τους ήχους προς τα αυτιά.

Μόλις ακούσει τη λεία της, στρέφει το κεφάλι προς τη πηγή του ήχου.


Με την οξεία όραση της και το πλατύ της πρόσωπο να λειτουργεί ως «ραντάρ» εντοπίζει την ακριβή θέση του θηράματος και επιτίθεται με επιτυχία.

Εκτός από το μέγεθος, διαφέρει από τα άλλα αρπαχτικά της ίδιας οικογένειας και στον τόπο διαμονής, με προτίμηση τις ανοιχτές εκτάσεις, τις κατοικημένες από τον άνθρωπο περιοχές και τους αγρούς, αποφεύγοντας τα πυκνά δασώδη μέρη.

Η κουκουβάγια βρίσκει την δική της περιοχή χωρίς, όμως, να χτίζει τη δικιά της φωλιά.

Εκμεταλλεύεται έτοιμες φωλιές, όπως κουφάλες δέντρων, κουνελότρυπες, μάντρες, αποθήκες και παλιά κτίρια.

Σε κάθε περιοχή υπάρχουν τρεις ή τέσσερις φωλιές.

Τον Μάρτιο, το ζευγάρι θα αποφασίσει ποια φωλιά θα χρησιμοποιήσει.

Κατά το μήνα αυτόν, το κάλεσμα του αρσενικού πουλιού ακούγεται μέρα και νύχτα.


Τέλη Απριλίου, το θηλυκό γεννά 3 έως 5 αυγά, χρώματος λευκού.

Τα αυγά κλωσά μόνο το θηλυκό για περίπου 4 βδομάδες.

Το αρσενικό ασχολείται με την εξασφάλιση τροφής.

Μετά την εκκόλαψη, οι γονείς θα συνεχίσουν να τα προσέχουν για ακόμη 5 έως 7 βδομάδες.

Τρέφεται με μεγάλα έντομα, βατράχια, ποντίκια, σαύρες και σπανιότερα μικρά πουλιά.

Αυτές οι διατροφικές της συνήθειες την κατατάσσουν ως ένα από τα πιο χρήσιμα για τον άνθρωπο πτηνά.

Η κουκουβάγια δεν αποτελεί απειλούμενο είδος, όμως ο πληθυσμός της σίγουρα έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια.

Δεν έχει πολλούς φυσικούς εχθρούς, αν και σε πολλά μέρη λανθασμένα θεωρείται προάγγελος θανάτου, με αποτέλεσμα τη δίωξή της.

Η κουκουβάγια, εκτός από σύμβολο σοφίας και σύνεσης, αποτελεί στοιχείο της φυσικής κληρονομιάς του τόπου μας.


Πηγή: www.elliniko-panorama.gr
(κείμενο του Νάσου Ναλμπάντη,
με την πολύτιμη βοήθεια
της Παναγιώτας Ιωαννίδου)

2 σχόλια:

  1. ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ ΚΑΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΟ ΘΕΜΑ.ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΔΕΝ ΗΞΕΡΑ ΤΟΣΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Η ομάδα του «Nectar e Libro» σας ευχαριστεί θερμά για τα καλά σας λόγια και σας εύχεται χαρούμενο και ευτυχισμένο το 2013, με υγεία και τύχη!

      Διαγραφή